Κυριακή 26 Ιανουαρίου 2020

Κάστρο Αράκλοβο-Ταυτοποίηση

Το κάστρο του Αράκλοβου υπήρξε ένα από τα πιο ξακουστά κάστρα της Φραγκοκρατίας στην Πελοπόννησο. Στο παρόν άρθρο θα συζητήσουμε την ταυτοποίησή του με τα ερείπια κάστρου στην κορυφή Χρυσούλι του όρους Μίνθη (ή Άλβαινα) στην Ηλεία.




Τοποθεσία

Πάνω από το χωριό Μίνθη της Ηλείας (η παλιά ονομασία του οποίου ήταν Άλβαινα) υψώνεται η ψηλότερη κορυφή του όρους Μίνθη, η Βουνούκα. Λίγο ανατολικότερα από τη Βουνούκα υπάρχουν στη σειρά τρεις χαμηλότερες, σχεδόν ισοϋψείς κορυφές. Η κορυφή που βρίσκεται πιο ανατολικά από αυτές τις τρεις λέγεται «Κάστρο» ή «Χρυσούλι» και πάνω σε αυτήν, σε υψόμετρο 1000 μέτρα, βρίσκονται απομεινάρια κάστρου.

Το κάστρο στο Χρυσούλι έχει ταυτιστεί από το 1989 με το Αράκλοβο.

Η ονομασία «Χρυσούλι» ή «Χρυσσούλι» προέρχεται από το ομώνυμο χωριό –τώρα εγκαταλελειμμένο– που βρισκόταν χαμηλά, βορειοανατολικά από το κάστρο.
Διάφοροι ερευνητές  θεωρούσαν τη Βουνούκα ως θέση του Αράκλοβου, αλλά αυτό είναι λάθος. Επάνω στη Βουνούκα υπάρχουν κάποια ερείπια, αλλά δεν προέρχονται από μεσαιωνικό κάστρο. Πιθανότατα εκεί ήταν η θέση της αρχαίας πόλης Μίνθη.

Το κάστρο του Αράκλοβου λοιπόν δεν είναι ακριβώς στη Βουνούκα, αλλά σε γειτονική κορυφή, στο Χρυσούλι, σε πολύ δυσπρόσιτο σημείο. Η πρόσβαση είναι δυνατή μόνο από τη δυτική πλευρά, ενώ οι υπόλοιπες πλευρές προστατεύονται από απόκρημνα βράχια. Η ανάβαση παρουσιάζει ιδιαίτερες δυσκολίες και τα τελευταία μέτρα απαιτούν αναρριχητικές ικανότητες. Για το λόγο αυτό, ελάχιστοι μελετητές το έχουν επισκεφτεί.
Η ύπαρξη κάστρου στο Χρυσούλι αναφέρθηκε για πρώτη φορά τα νεώτερα χρόνια από τον Pouqueville (1806), που το είδε από μακριά, και λίγο αργότερα σημειώνεται με την ένδειξη “PK” (Paleokastro) στον χάρτη της Γαλλικής επιστημονικής αποστολής, 1828-1838 (Expédition scientifique de Morée).
Το κάστρο του Αρακλόβου βρισκόταν σε μια ορεινή περιοχή που εκτεινόταν στη δυτική Αρκαδία και εν μέρει στην ορεινή Ηλεία και που στον Μεσαίωνα ονομαζόταν Δρόγγος των Σκορτών ή απλά Σκορτά (Escorta για τους Φράγκους). Διαχρονικά, τα Σκορτά θεωρούνταν περιοχή στρατηγικής σημασίας για την ασφάλεια και την επικοινωνία στη δυτική Πελοπόννησο. Από εδώ περνούσε ένας από τους βασικούς δρόμους που ένωνε την Γλαρέντσα στην Αχαΐα με τα κάστρα της Μεσσηνίας. Όπως ήταν αναμενόμενο, στο δρόγγο είχαν αναπτυχθεί διάφορες οχυρώσεις. Μια από αυτές ήταν το κάστρο στο Χρυσούλι, που επόπτευε μια μεγάλη κλεισούρα ανάμεσα στα όρη Λύκαιο και Μίνθη.
Από το σημείο όπου έχει χτιστεί φαίνεται ότι μπορεί να ασκεί έλεγχο προς το βόρειο μέρος των Σκορτών (προς την Τριποταμιά) προς το νότιο (προς την Αρκαδιά και Καλαμάτα) και προς το ανατολικό μέρος (προς Ανδρίτσαινα), δηλαδή να ελέγχει μεγάλο μέρος των Σκορτών.

Λίγα λόγια για την ιστορία του κάστρου του Αράκλοβου

Το Αράκλοβο ήταν ένα από τα δέκα κάστρα στο Μοριά που ακόμα τα κατείχαν οι Βυζαντινοί και δεν είχαν εγκαταλειφθεί, όταν επέλασαν στην Πελοπόννησο οι Φράγκοι μετά την Δ’ Σταυροφορία (1204) με επικεφαλής τον Γουλιέλμο Σαμπλίττη (Guillaume de Champlitte) και τον συμπολεμιστή του Γοδεφρείδο Α΄ Βιλλεαρδουίνο, το 1205.

Σύμφωνα με το Χρονικόν του Μορέως , αν και το κάστρο δεν ήταν τόσο μεγάλο, το έκανε ισχυρό η ανδρεία των υπερασπιστών του με επικεφαλής τον Δοξαπατρή Βουτσαρά.

Οι Φράγκοι το κατέκτησαν μετά από προσπάθειες 5 ετών δηλαδή περί το 1210.
Σύμφωνα με την παράδοση, η Μαρία, κόρη του Δοξαπατρή, για να μη πέσει ζωντανή στα χέρια των Φράγκων, αυτοκτόνησε πέφτοντας από τα τείχη του κάστρου.
Μετά την κουγκέστα, την κατάληψη της Πελοποννήσου από τους Φράγκους, στο μοίρασμα που έγινε to 1209 και τη διανομή των «προνοιών», η περιοχή εκείνη (με το Αράκλοβο) δόθηκε με 22 φέουδα σε έναν από τους ιππότες του Σταμπλίτη, τον Ούγκο ντε Μπρυγιέρ ή ντε Μπρίερς (de Bruyeres) ο οποίος ανέλαβε τη βαρωνεία της Καρύταινας, μία από τις 12 βαρωνείες στις οποίες χωρίστηκε τότε το Πριγκιπάτο της Αχαΐας. Όπως αφηγείται το Χρονικόν:
Απαύτου εδόθησαν ομοίως του μισίρ Ούγκου εκείνου
ντε Μπρίερες ήτον το επίκλην του εις των Σκορτών τον δρόγγον·
εικοσιδύο καβαλλαρίων τα φίε τον εδώκαν.
Το Αράκλοβο, αν και το πιο ισχυρό κάστρο της περιοχής, δεν αναφέρεται σε αυτή τη ρύθμιση, ίσως επειδή ακόμα δεν είχε κυριευτεί από τους Φράγκους. (Το κάστρο της Καρύταινας χτίστηκε αρκετά αργότερα). Το Αράκλοβο επί Φραγκοκρατίας υπήρξε το δεύτερο σε σπουδαιότητα κάστρο της βαρωνείας.
Το 1272 πέθανε άκληρος ο βαρώνος της Καρύταινας Γοδεφρείδος ντε Μπρυγιέρ (Geoffroy de Bruyères ή de Βriel), γιος του Ούγκο. Τη διαδοχή της βαρωνείας διεκδίκησε ο συνονόματος ανιψιός του Γοδεφρείδος ντε Μπρυγιέρ ο Νεώτερος. Ο πρίγκιπας της Αχαΐας Γουλιέλμος Β' Βιλλεαρδουίνος αρνήθηκε να του τη δώσει και πήρε για τον εαυτό του τη μισή βαρωνεία και την άλλη μισή την άφησε στη χήρα του βαρώνου Ισαβέλλα ντε λα Ρος.

Ο Γοδεφρείδος ντε Μπρυγιέρ ο νεώτερος θεωρώντας ότι αδικήθηκε αποφάσισε να αναλάβει δράση και περί το 1275 κατέλαβε το κάστρο του Αράκλοβου με τέχνασμα ξεγελώντας τον Έλληνα φρούραρχο Φιλόκαλο: Κατέλυσε στο Ξεροχώρι, κοντά στο κάστρο, όπου υποκρίθηκε τον άρρωστο (« εἶπεν ὅτι ἐξαλίστη, τὸ κοιλιακὸν τὸν ἔπιασεν») και ζήτησε να του φέρνουν νερό από το κάστρο και λίγο μετά να του επιτραπεί να μείνει στο κάστρο για να πίνει καθαρό νερό από τις δεξαμενές του κάστρου που υποτίθεται είχε ιαματικές ιδιότητες ( «τὸν εἶπεν εἰς τὸ Ἀράκλοβον εἶναι καλὲς γιστέρνες»).
Μετά προσποιήθηκε ότι πεθαίνει και ο φρούραρχος επέτρεψε στους σιργέντες του (ακόλουθους) να τον δουν για να ακούσουν τις τελευταίες του επιθυμίες. Οι σιργέντες ακολουθώντας τις οδηγίες του Γοδεφρείδου προσκάλεσαν τον Καστελλάνο σε μια ταβέρνα στο μπούργκο, έξω από το κάστρο, όπου τον μέθυσαν και του πήραν τα κλειδιά. Έτσι ο Γοδεφρείδος έγινε κύριος του κάστρου σε ένα περιστατικό που προκάλεσε μεγάλη αίσθηση στην εποχή του.

Αμέσως ο Γοδεφρείδος έστειλε μαντατοφόρους στους Βυζαντινούς του Μυστρά ζητώντας βοήθεια με την υπόσχεση να τους το πουλήσει.
Ο δεσπότης του Μυστρά «ως το ήκουσεν, εχάρηκεν μεγάλως» και ανταποκρίθηκε άμεσα στέλνοντας «όλα του τα φουσάτα». Τη δύναμη αυτή όμως αναχαίτισε ο Σιμεών Βιδώνης (Simon de Vidoigne) κιβιτάνος των Σκορτών μπλοκάροντας το πέρασμα της Ίσοβας και τις άλλες κλεισούρες στα Σκορτά. Στη συνέχεια οι Φράγκοι ξεκίνησαν στενή πολιορκία του Αράκλοβου για να το πάρουν πίσω, αλλά χωρίς αποτέλεσμα καθώς ο Γοδεφρείδος το υπερασπίστηκε με επιτυχία έχοντας μαζί του μόνο τέσσερις Φράγκους και μερικούς Έλληνες. Τελικά οι δύο πλευρές επιθυμώντας να δοθεί τέλος στο αδιέξοδο, ήρθαν σε συμφωνία και ο Γοδεφρείδος άφησε το κάστρο αφού του έδωσαν το τιμάριο της Μόραινας στα Σκορτά και τον πάντρεψαν με μια χήρα που είχε προίκα το τιμάριο της Λισσαρέας, κοντά στη Χαλανδρίτσα.
Το 1289 το Αράκλοβο καταγράφεται ως κτήση της Ισαβέλλας, της ηγεμόνος του Πριγκιπάτου της Αχαΐας (η γνωστή πριγηπέσσα Ιζαμπώ). Το 1303 δόθηκε στη νεογέννητη Μαργαρίτα της Σαβοΐας, κόρη της Ισαβέλλας. Το 1377 και το 1391 περιλαμβάνεται στους καταλόγους με τα φέουδα του πριγκιπάτου της Αχαΐας.
Περί το 1430 ή ίσως και νωρίτερα έγινε κτήση του Δεσποτάτου του Μυστρά όπως το μεγαλύτερο μέρος της Πελοποννήσου. Το 1460, μαζί με τα υπόλοιπα κάστρα του Μοριά κατακτήθηκε από τους Οθωμανούς χωρίς πάντως να είναι γνωστό το χρονικό της κατάκτησής του.

Μετά τον 15ο αιώνα, το Αράκλοβο χάνεται από την ιστορία. Πρέπει να εγκαταλείφθηκε και να μην χρησιμοποιήθηκε καθόλου επί Τουρκοκρατίας.


Σχετικά με την ταυτοποίηση του κάστρου του Αράκλοβου

Το Αράκλοβο ήταν ξακουστό, επειδή ήταν το σκηνικό σε δύο σημαντικά περιστατικά της Φραγκοκρατίας που μνημονεύονται στο Χρονικόν του Μορέως: την ηρωική υπεράσπισή του από τον Βουτσαρά και το επεισόδιο με την κατάληψή του από τον Ντε Μπρυγιέρ.
Στην εξιστόρηση αυτών των περιστατικών, το Χρονικόν κάνει σύντομες αναφορές στο κάστρο, με βάση τις οποίες είχαν γίνει πολλές απόπειρες στο παρελθόν για την ταυτοποίησή του.

Αυτά που ξέρουμε από το Χρονικόν για το κάστρο του Αράκλοβου συνοψίζονται ως εξής:
1) το Αράκλοβο ήταν στα Σκορτά,
2) ήταν χτισμένο σε τραχώνι (κακοτράχαλο βράχο, όχι βουνό),
3) ήταν στρατηγικής σημασίας για τον έλεγχο της Πελοποννήσου (επεί αν είχαν οι Ρωμαίοι ετούτο τό καστέλλιν, εκέρδαιναν και τα Σκορτά κι όλον το πριγκηπάτον)
4) ήταν σε μικρή απόσταση από το Ξεροχώρι (υπάρχει και σήμερα) που υπήρξε η βάση του Ντε Μπρυγιέρ από όπου καθημερινά έκαναν δρομολόγια προς το κάστρο οι νεροκουβαλητές του,
6) είχε γουλά (εσωτερικό φρούριο) και κινστέρνες (υδατοδεξαμενές),
6) ήταν νότια από τις θέσεις των Βυζαντινών εκείνη την εποχή (δεδομένου ότι όταν τους κάλεσε ο ντε Μπρυγιέρ το προσέγγισαν από την Ίσοβα, δηλ. από Βορρά).
7) είχε μικρό μπούργκο (οικισμό εκτός κάστρου)
8) ήταν μικρό κάστρο.

Υπάρχουν και άλλα στοιχεία που μπορεί να αντληθούν αλλά είναι δευτερεούσης σημασίας και μερικές φορές η βαρύτητά τους υπερτονίζεται προκειμένου να σταθούν κάποιες θεωρίες, π.χ. αναζητούνται σημεία με ιαματικό νερό ή με καθαρό αέρα (δηλ. σώνει και καλά μεγάλο υψόμετρο) ή εγγύτητα με τη θάλασσα (επειδή οι πρώτοι Φράγκοι είχαν αρχίσει την κατάκτησή τους από τα κάστρα).

Με βάση τα παραπάνω στοιχεία του Χρονικού, έχουν προταθεί κατά καιρούς διάφορα κάστρα ως υποψήφια για ταύτιση με το ξακουστό Αράκλοβο: της Σμέρνας, της Αγίας Τριάδας ή του Δοξαπατρή στον Σκιαδά, της Παλιοκούμπας (στην Αρχαία Πλατιάνα), του Σαμικού, της Ρίζας και βεβαίως του Χρυσουλίου.
Κανένα από αυτά τα σημεία δεν πληροί απολύτως όλες τις προϋποθέσεις του Χρονικού. Καλή υποψηφιότητα είναι η Σμέρνα (που υποστηρίζει ο εξαιρετικός A.Bonn) ) αλλά δεν είναι σε τραχώνι και κυρίως καταγράφεται κάστρο Smirina ξεχωριστά και δίπλα από το Araklovo στη φράγκικη λίστα με τα φέουδα του 1377. Επίσης το Σαμικό είναι καλή περίπτωση, αλλά δεν είναι στα Σκορτά και δεν έχει ίχνη σοβαρής μεσαιωνικής οχύρωσης. Το κάστρο Ρίζας συγκεντρώνει τα περισσότερα συμβατά χαρακτηριστικά, αλλά είναι πολύ μικρό, ευάλωτο και ασήμαντο για να έχει υπάρξει το θρυλικό Αράκλοβο. Οπότε μένει το κάστρο στο Χρυσούλι που πληροί τα περισσότερα κριτήρια, αν και σε μερικά σημεία υστερεί (π.χ. δεν είναι με τίποτα σε σημείο μεγίστης στρατηγικής σημασίας –δεν έχει καν απεριόριστη θέα). Δεν φαντάζει καθόλου σαν το κάστρο που οι Φράγκοι κατακτητές θα έδιναν προτεραιότητα προκειμένου να κυριαρχήσουν στην Πελοπόννησο.

Εδώ θα πρέπει να παρατηρήσουμε ότι οι πληροφορίες στις οποίες στηριζόμαστε προέρχονται από το Χρονικόν του Μορέως, που είναι μια λαϊκή αφήγηση, και συνεπώς είναι συζητήσιμο πόσο ακριβές μπορεί να είναι ένα τέτοιο κείμενο. Τα 8 σημεία που αναφέραμε πιο πάνω δεν μπορούμε να τα πάρουμε εντελώς τοις μετρητοίς, γι’ αυτό και ανεχόμαστε κάποιες αποκλίσεις όταν αναζητούμε τη θέση. Επιπλέον πολλά στοιχεία που είναι σχετικά. Λόγου χάρη, το μικρόν καστέλλι την εποχή που γράφτηκε το Χρονικόν (14ος αι.) μπορεί να σήμαινε «δεν είναι και Μυστράς», ενώ για την εποχή της Κουγκέστας, 100 χρόνια πριν, μπορεί να ήταν μέσου μεγέθους. Σε άλλα σημεία το Χρονικό μπορεί να περιέχει υπερβολές για να φανούν πολύ γενναίοι οι κατακτητές.
Και δεν θα έπρεπε να είμαστε τόσο βέβαιοι για τη βασική παραδοχή της εγγύτητας με το σημερινό Ξεροχώρι, καθώς το όνομα δεν είναι ασυνήθιστο και θα μπορούσε να αφορά άλλο χωριό, σε άλλο σημείο. Για να μην ανοίξουμε τώρα συζήτηση ότι το Χρονικόν γράφει στην πραγματικότητα «Ξενοχώρι» και όχι «Ξεροχώρι», και όσοι επειγόμαστε να βρούμε μια καλή θεωρία, το προσπερνάμε βιαστικά μιλώντας για αλλοίωση εκ παραφθοράς ή εκ λάθους.

Ανεξάρτητα από αυτό, το Χρυσούλι συγκεντρώνει πραγματικά καλές πιθανότητες να ήταν το Αράκλοβο. Αυτό όμως που ήταν αποφασιστικό για την ταυτοποίηση υπήρξε η ανακάλυψη ενετικών εγγράφων που ανέφεραν την ύπαρξη το τοπωνυμίου «Αρακλοβό» κοντά στο παλιό χωριό Χρυσούλι (στο βιβλίο του Κ. Ντόκου, «Η εν Πελοποννήσω εκκλησιαστική περιουσία κατά την περίοδο τής Β’ Ενετοκρατίας»,1971). Η σύνδεση του εν λόγω τοπωνυμίου με το κάστρο προτάθηκε για πρώτη φορά από Β. Σταυρόπουλο ο οποίος παραπέμπει και σε δημοσίευση του Ν. Αθανασιάδη, στην «Τριφυλλιακή Εστία» τεύχ. 34, και σε πληροφορίες από τοπικούς ερευνητές που επαληθεύουν αυτόν τον συσχετισμό.
Αλλά να εκφράσουμε και εδώ μια επιφύλαξη: οι τοπικοί ερευνητές, γενικά, έχουν την τάση να ωραιοποιούν τον τόπο τους και να αναζητούν στη δική τους περιοχή τους τον τόπο θρυλικών γεγονότων (χαρακτηριστικό παράδειγμα αυτής της τάσης, τα πάμπολλα κάστρα της Ωριάς ανά την ελληνική επικράτεια).

Το 1989 ο καθηγητής του Παν. Ιωαννίνων Μιχάλης Κορδώσης συγκέντρωσε όλα τα διαθέσιμα στοιχεία σχετικά με το Αράκλοβο και τα παρουσίασε σε μια ανακοίνωση με την οποία προτείνεται η ταύτιση του κάστρου στο Χρυσούλι με το θρυλικό Αράκλοβο («ΤΑΥΤΙΣΗ ΤΟΥ ΒΥΖΑΝΤΙΝΟΥ ΚΑΣΤΡΟΥ ΑΡΑΚΛΟΒΟΝ (ΑΛΒΑΙΝΑ ΗΛΕΙΑΣ)»). Σήμερα, η άποψη αυτή είναι γενικά αποδεκτή και θεωρείται ότι έχει λήξει πλέον το θέμα της θέσης του Αράκλοβου.

Παρ’ όλα αυτά ας κρατήσουμε κάποιες επιφυλάξεις. Το Χρυσούλι είναι πολύ πιθανόν να ήταν το Αράκλοβο, αλλά δεν μπορούμε να είμαστε απολύτως βέβαιοι. Η επιτόπου αρχαιολογική έρευνα στο Χρυσούλι και σε άλλα γειτονικά κάστρα ίσως κρύβει εκπλήξεις.